Wednesday, October 28, 2015

«Αυνάνισα τον υποψήφιο Πρόεδρο της ΝΔ!»



Όταν το νεαρό μοντέλο μάς πληροφόρησε ότι, δίνοντας όλο της το Είναι, με όλο της το νεανικό σφρίγος, τράβηξε μια περιποιημένη μαλακία στο πολιτικό στέλεχος που τώρα διεκδικεί την αρχηγία της ΝΔ (και αύριο, ποιος ξέρει, με τόση μαλακία που κυκλοφορεί γύρω μας, ίσως ακόμη και την ηγεσία της χώρας), σε ξενοδοχείο πολυτελείας, μετά από έναν αναγνωριστικό καφέ («καφέ γνωριμιάς» όπως μας αρέσει να τον αποκαλούμε, αλλά και «καφέ δημοκρατίας», αφού έδωσε τη δυνατότητα να συναντηθεί αδιαμεσολάβητα μια απλή εκλογέας με την ηγεσία της), δεν δώσαμε και ιδιαίτερη σημασία. Αφενός, γιατί πόσο να σε εντυπωσιάσει ένα τέτοιο περιστατικό, όταν το παλινδρομικά κινούμενο χέρι αποτελεί το πραγματικό φουστανελάδικο trademark; Αφετέρου, γιατί το ίδιο νεαρό κορίτσι, αψηφώντας τις επίμονες αλλά διακριτικές νουθεσίες μας (τις οποίες και χαρίζουμε απλόχερα όπου δει) να κινείται πάντα στις ράγες της ηθικής, μας έχει ενημερώσει και για άλλες περιπέτειές της όχι μονάχα αυνανιστικές αλλά και γενικότερου ιμερικού χαρακτήρα: εκείνη, λ.χ., με τον φαλακρό σφίχτη πρώην υπουργό, πάντα νόμιμο και ηθικό, σε κρίση μέσης ηλικίας και μανιώδη αναζητητή της ερωτοπραξίας, τον οποίον έχουμε εντοπίσει κι εμείς στη hipsterland / wasteland του ιστορικού κέντρου, ντυμένο μοδέρνα, νεανικά, χιπστερικά, με ύφος γλαρό και λιγωμένο, να περιφέρεται προς άγραν ανακούφισης (και επιβεβαίωσης) ο δυστυχής· αλλά κι εκείνη με τους δυο εξαιρετικά βραχύσωμους Γιάννηδες της δημοσιογραφίας, τους δυο επαρχιώτες προχειρογράφους, τον έναν («για να κάνουμε και λίγο διάλογο») για χρόνια τρόφιμο ιστορικού συγκροτήματος που τώρα σέρνεται δω κι εκεί, σε μικρότερης εμβέλειας μέσα, αναμένοντας την τελική συνταξιοδότηση, και τον άλλον, τον πρώην νηστικό, πόχε έρθει στην Αθήνα κρατώντας και πανέρι γιομάτο με λογής-λογής καλούδια απ’ το χωριό, τον ντυμένο με δανεικό σακάκι (α ρε Τράγκα με το βεστιάριό σου…), να ζει πλέον μεγαλεία (που λέει ο λόγος) σιτιζόμενος από «χοντρό» πορτοφόλι – δυο ερείπια της ζωής που θέλουν κι αυτά να  γευτούν φρέσκο, κρουστό κρέας. Άλλο, όμως, ήταν εκείνο που κέντρισε το δικό μας ενδιαφέρον ακούγοντας το όνομα του μαλακισθέντος: το ζήτημα της ερωτικής επαφής (έστω και διά της χειρός) με έναν τόσο κοινό, μέσο άνθρωπο. Πώς είναι, άραγε, να αδράχνεις τη μαλαστούπα ενός τόσο μέτριου ανθρώπου; Να την τυλίγεις σφιχτά στην παλάμη σου, να της αποδίδεις τιμές, να τη βλέπεις να θεριεύει και ακολούθως να εκρήγνυται πιτσιλώντας σε; Ποιος ξέρει, μπορεί και να πρόκειται για συναρπαστική εμπειρία…


Λένε ότι αξίζει να συναναστρέφεσαι τους κοινούς ανθρώπους. Παρέχει, προσθέτουν, πλέρια ικανοποίηση το να τους περιεργάζεσαι σ’ ένα οιονεί diner des cons. Τόση κοινοτοπία, τόση προβλεψιμότητα, τόση κανονικότητα – πώς να ’ναι, άραγε, η καθημερινότητά τους; Πώς να πορεύονται στη ζωή ολημερίς κι ολονυχτίς ετούτοι οι εντελώς συνηθισμένοι άνθρωποι; Είναι τόσο υπερβολικά κοινοί σε όλα τους που, γι’ αυτό και μόνο, καθίστανται αξιοπρόσεκτοι. Σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, βέβαια, είναι οι αδιαφιλονίκητοι θριαμβευτές. Το μαζικοδημοκρατικό αίτημα της ανόδου του μέσου ανθρώπου στην εξουσία έχει προ πολλού ικανοποιηθεί. Σε κανέναν πλέον δεν προκαλεί έκπληξη, ούτε πολύ περισσότερο καγχασμό, που εντελώς κοινοί άνθρωποι, πρωταθλητές στο άθλημα της μετριότητας, έχουν το θάρρος να διεκδικούν δημόσια αξιώματα – και να τα καταφέρνουν! Η άσκηση της πολιτικής «από τα κάτου» είναι πια κεκτημένο δικαίωμα. Και γιατί όχι. Ο μέσος άνθρωπος στο τιμόνι. Οι μέσες προδιαγραφές. Να μιλά η εξουσία αντιπροσωπευτικά στην καρδιά του απλού κοσμάκη. Ειδικά στη χώρα του μουσακά αυτό είναι εμπεδωμένο πια, χωρίς εξαιρέσεις. Τι να τις κάμεις πια τις κατευθύνσεις. Ποιος χρειάζεται τις κατευθυντήριες δυνάμεις. Αφού τιμονιέρης είναι –επιτέλους!– ο ίδιος ο Λαός. Αεί ρεμπέτης, καραμπουζουκλής, ατίθασος κι ωραίος, που δεν ανέχεται στο σβέρκο του ιεραρχίες και καθοδηγήσεις.


Ο Λαός δίνει τον τόνο. Αυτός βαρεί το τούμπανο και δίνει τον ρυθμό για να χορέψουμε. Οπότε βλέπουμε ωραία πράματα. Γουστόζικα. Δημοκρατικά. Βγαλμένα μέσα απ’ τον πλούτο της λαϊκής ψυχής. Ίσως λίγο μπρουτάλικα, μα πάντως αυθεντικά – κι αυτό είναι που μετρά. Ο Λαός κυρίαρχος ως φυσική παρουσία. Αλλά και ως κριτήριο. Το κυρίαρχο λαϊκό κριτήριο. Που κανοναρχεί. Όπου και να κοιτάξεις στη δημόσια σφαίρα βλέπεις σχεδόν παντού πνευματικά πληβείους. Γιατί η εξουσία σήμερα οφείλει να είναι αντιπροσωπευτική. Ο Λαός θέλει να μιλήσει. Να βγάλει τη σπαλιάρα του και να κατουρήσει γνώμες. Κάπου εδώ, βέβαια, θα πεταχτεί τσόντα και ο (αναπόφευκτος) φιλελεύθερος, ο σπασίκλας της τάξης, που θέλει ανοιχτό παιχνίδι με ελευθερία όχι μόνον αγοράς μα και έκφρασης, και σου λέει καουμπόικα: «Και ποιος θα αποφασίσει για το ποιος θα μιλάει και ποιος θα αποφασίζει; Όλοι έχουμε δικαίωμα έκφρασης και συναπόφασης. Αφού έχουμε όλοι τα ίδια δικαιώματα, παράγραφος τάδε, συνθήκη τάδε». Για να σκάσει μύτη και ο σπάστης ο αγωνιστής, ο δημοκρατικός, να συμπληρώσει: «Βρε ούλοι θα μιλάμε! Δημοκρατία έχουμε!». Και σε αποστομώνει. Αφού, στο κάτω-κάτω, όλοι παιδιά του ίδιου θεού είμαστε. Όλους μια μάνα μάς γέννησε. Κάτω απ’ τον ίδιον ουρανό ζούμε. Την ίδια γης πατούμε. Οπότε, γιατί να αποκλειστεί κι ο μέσος άνθρωπος από το δημόσιο λόγο και τη λήψη των αποφάσεων; Αφού και θέλει και μπορεί να δώσει γνώμες και λύσεις. Έλα ωρέ μέσε άνθρωπε! Δώκε τις καθοδηγήσεις! Ορμήνεψέ μας!


Επιστροφή, όμως, τάκα-τάκα, στη μαλακία. Το ψωλοκοπάνισμα του πολιτικού στελέχους. Τη χειροκίνητη ανακούφισή του – αφού αυτό είναι το θέμα μας. Το είχε ήδη ομολογήσει στο κορίτσι (κι ενώ είχε εναποθέσει πολύ πράμα –ίσα και με δυο κουταλιές της σούπας!– απάνω στο απαλό χέρι ευρισκόμενος πλέον σε χάλαση): «Ναι, έχω φιλοδοξίες και για παραπάνω! Για ηγετικές θέσεις!». Και η ερώτηση που μας θέτουν πολλοί όταν κουτσομπολεύουμε το γεγονός, κουτσοπίνοντας, εντελώς παπαδιαμαντικά, κανένα ποτηράκι από το plonk του φτωχού μα τίμιου καπηλειού όπου συχνάζουμε: «Καλά, πώς είναι δυνατόν ο υποψήφιος να εκτίθεται έτσι αφού έχει φιλοδοξίες για ανώτερα αξιώματα; Μαλάκας είναι;». Όσοι, όμως, διατυπώνουν τέτοιες απορίες υποτιμούν τη σημασία του σωματικού πόθου. Που μπορεί να οδηγήσει ακόμη κι έναν καθόλα νουνεχή άνθρωπο σε ατραπούς επικίνδυνες, εκθέτοντάς τον ανεπανόρθωτα. Η σκέψη μας πηγαίνει, σχεδόν αναπόφευκτα, στον αείμνηστο Αιμίλιο Μεταξόπουλο, όταν, λίγες μόνο βδομάδες προτού αφήσει οριστικά τον άδικο ετούτο κόσμο, μας εκμυστηρευόταν, στης Σοφίας, για τελευταία φορά, με ύφος εξομολογητικό (αφού σ’ αυτό βοηθούσαν και οι αμέτρητες Stella Artois που είχαν καταναλωθεί ενώ μάλιστα δεν έπρεπε να πίνει) και ως απάντηση στα πειράγματά μας ότι εκείνος θα πλήρωνε τον –διόλου ευκαταφρόνητο– λογαριασμό, «από τα κλεμμένα της Παντείου» όπως του τονίζαμε γελώντας, ότι όλη η περιπέτειά του με το γνωστό σκάνδαλο οφειλόταν στον πόθο – στον Έρωτα! «Με είχαν συνεπάρει οι αστράγαλοι της Έλλης και δεν είχα μυαλό για τα βαρετά διαδικαστικά της διοίκησης. Γι’ αυτό έγιναν όλα…». Αφού, μάλιστα, μας προσέφερε και ανεκτίμητες συμβουλές απάνω στην προβληματική τότε σχέση μας με γνωστή παντρεμένη κυρία των Αθηνών αρκετά ώριμης ηλικίας (δεδομένων των cougar / mature / oldies but goodies προσανατολισμών μας), συμπλήρωσε στοχαστικά, εν είδει ηθικού διδάγματος, και λίγο προτού καβαλήσει τη μηχανή και χαθεί, ξημερώματα πια, σαν σίφουνας προς άγνωστη κατεύθυνση: «Η γυναίκα!.. Να ξέρεις ότι όλα στη ζωή γίνονται για τη γυναίκα!..» 


Βεβαίως, θα ήταν όμορφο, συνάμα δε και ενδιαφέρον, να αναφερόμασταν σε διάφορα σκαμπρόζικα που μας έχει διηγηθεί τόσο ο Αιμίλιος όσο και άλλοι «γνώριμοι» της over 60 κυρίας, από τα χρόνια ήδη της Μεσημβρινής και της ΕΡΤ, όταν ήταν ένα φιλόδοξο, αδίστακτο μα και εύθραυστο ξεπεταρούδι, που έψαχνε μονίμως στις ερωτικές της σχέσεις τον Πατέρα – υλικό αναμφίβολα με ένα υπολογίσιμο ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον. Θα αφήσουμε, όμως, κατά μέρος ετούτη την ευκαιρία, δεδομένου ότι βρίσκεται πια και σε προχωρημένη ηλικία η κυρία Στάη και φοβόμαστε μήπως, διαβάζοντας αυτά τα πράγματα, πάθει και τίποτα – κάτι που, προς θεού, διόλου δεν επιθυμούμε. Πάντως, όταν με απροσποίητη απορία, αλλά και με κάποια διάθεση διακριτικού και ανεξίκακου κουτσομπολιού, θέσαμε την εξομολόγηση του αειμνήστου πρυτάνεως υπ’ όψιν διαπρεπούς πολιτικού, που γνώριζε την οικογένεια Μεταξόπουλου από παλιά και είχε μάλιστα και τις καλύτερες εντυπώσεις, εκείνος έδειξε μεγάλην έκπληξη: «Τι λες, ρε γαμώτο! Έτσι λες να την πάτησε ο Αιμίλιος; Τον πιστεύω. Ταιριάζει στον χαρακτήρα του, στον Αιμίλιο που ξέρω. Γι’ αυτό σου έχω πει κατ’ επανάληψιν, παιδί μου: πυρ, γυνή και θάλασσα!». Μετά, όμως, από τόση θυμοσοφία απάνου στο θέμα Γυναίκα, Έρωτας και Εξουσία, ας επανέλθουμε στα πεζά και τετριμμένα – στη μαλακία, που ενδιαφέρει πάντα περισσότερο.


«Θα τραβούσες μαλακία και στους άλλους τρεις υποψηφίους, έτσι, για λόγους ισονομίας – γιατί όχι και ισοπολιτείας;» ρωτούμε το δοτικό κοριτσόπουλο. «Μάλλον σε έναν ακόμα» μάς λέει σκεπτική (αναφέροντας το όνομα). «Οι άλλοι δύο δεν μου αρέσουν καθόλου» συμπληρώνει. Εμάς, βέβαια, μας φαίνονται και οι τέσσαρες διεκδικητές ίδιοι. Πολιτευόμενοι με επιφανειακές διαφορές μα oυσιαστικά όμοιοι, προβλέψιμοι, μέτριοι. Τέσσαρες μέσοι, τέσσαρες εντελώς κοινοί άνθρωποι από άποψη συγκρότησης, προδιαγραφών, ικανοτήτων – τέσσαρες αντιπροσωπευτικοί διπλανοπορτάκηδες. Άρα η δημοκρατία έχει εμπεδωθεί – δεν έχει να φοβάται τίποτα. Δεν θα μπορούσε, φυσικά, να είναι αλλιώς. Έτσι έχουν σήμερα τα πράγματα. Ο Churchill είχε ασφαλώς υιοθετήσει την πλέον ορθή στάση: ενδιαφερόταν, αυτός, ένας μη μέσος άνθρωπος, για τον common man, αλλά τον ήθελε μακριά από τη λήψη των αποφάσεων. «Ποιος Τσώρτσιλ ρε! Τώρα μιλάει ο Λαός!» ακούγεται ξαφνικά από το βάθος η στεντόρεια φωνή του Θανάση του Ντάφλου, από τα ιστορικά Μέγαρα, που θέλει κι αυτός να εκφραστεί. Κι έχει δίκιο ο άντρας ο Μεγαρίτης. Γιατί τώρα έχουν αλλιώς τα πράματα – είναι μέχρι το μεδούλι δημοκρατικά. Σε μια πορεία ανεπίστρεπτη, ακόμα και τις κομματικές κεφαλές τις εκλέγει πλέον αδιαμεσολάβητα ο Λαός. Κι άντε να αρνηθείς (δημόσια) μια τέτοια διαδικασία. Σε όλες της ηγετικές θέσεις πια ο μέσος όρος. Στο τιμόνι του καθ’ ημάς σοσιαλισμού μια ανιαρή κυρούλα, σαν αυτές που συναντάς κατά δεκάδες στους δρόμους. Επικεφαλής της ελληνικής εκδοχής του «εκσυγχρονισμού» ο αγράμματος εστιάτωρ με το σακίδιο και την κουτοπόνηρη, βλάχικη φυσιογνωμία. Και στην κεφαλή της εξουσίας ένα ζευγαράκι της αγίας Παρασκευής, κατάφορτο επαρχιωτισμού και μειονεξίας, όπως καταδεικνύει καλύτερα από τις οποιεσδήποτε λεκτικές περιγραφές εκείνη η σοκαριστική φωτογραφία δίπλα στους αμερικάνους γελαδάρηδες. Αυτά, όμως, έχει η αντιπροσώπευση. Και σ’ όποιον αρέσει.


Πίσω στη μαλακία, όμως. Στη χειροπραξία. Στο ψωλοβρόντι. Ομολογούμε ότι μας είχε κάπως ξενίσει  η διά της χειρός επαφή της φιλότιμης κόρης με τον υποψήφιο Πρόεδρο. Και της εκφράσαμε σθεναρά την έκπληξή μας. Αρνήθηκε ότι ήταν ο σεξουαλισμός του που την ερέθισε. Το αντίθετο – τον βρήκε μάλλον άσκημο. Χωρίς θελκτικά σωματικά προσόντα. «Έχει κοιλιά!» μας διαμαρτυρήθηκε. Της αντιτείναμε ότι η μπάκα, ειδικά για ένα πολιτευτή, είν’ αρχοντιά – αρχοντόπαιδο, λοιπόν, ο υποψήφιος Πρόεδρος·  και της υποδείξαμε την υπερμεγέθη κοιλιά του αγαπημένου μας πολιτικού, του εξέχοντος parliamentarian, Sir Nicholas Soames (έστω κι αν ο νεοδημοκράτης υποψήφιος θέλει, ομολογουμένως, πολλά καρβέλια ακόμη για να αναμετρηθεί με ένα τέτοιο στομάχι). Αποπνέει, άραγε, οτιδήποτε άλλο εκτός από αρχοντιά ένας τέτοιος σκεμπές; 


«Είναι και κοντολαίμης!» συμπληρώνει. Δεν αρνηθήκαμε τον πειρασμό να εκλάβουμε τον κοντό λαιμό ως ένδειξη μεγαλείου, τσιτάροντας μέχρι και Huxley από το Crome Yellow: «Η μεγαλοσύνη είναι, πάνου-κάτου, η αρμονική λειτουργία των λειτουργιών του κεφαλιού και της καρδιάς· όσο πιο κοντός είναι ο λαιμός, τόσο πιο κοντά βρίσκονται αυτά τα όργανα το ένα με το άλλο». Αυτό, άλλωστε, τη συνέργεια δηλ. μυαλού και καρδιάς, δεν είναι που χρειάζεται ένας σωστός πολιτικός για να κάμει θαύματα; Μας τον χαρακτήρισε μέχρι και παχύσβερκο, βοϊδόσβερκο και χοντροκέφαλο / πλατυκέφαλο. Της αντιτείναμε ότι ετούτα τα χαρακτηριστικά δεν είναι αυτόχρημα αρνητικά, παραπέμποντάς την, για παράδειγμα, στο γιομάτο κομψότητα πορτρέτο του Joseph-Antoine Moltedo έτσι όπως φιλοτεχνήθηκε διά της λεπτεπίλεπτης μαστορικής του Ingres.


Ωστόσο, δεν φάνηκε να πείθεται από τη στέρεα επιχειρηματολογία μας. «Τότε, βρε κοριτσάκι μου, αφού δεν τονε βρήκες σεξουαλικό, γιατί τονε μαλάκισες;» ρωτούμε εύλογα. «Μπορεί να μην είναι σεξουαλικός, αλλά είναι γοητευτικός!» απαντά αποστομωτικά εκείνη, πράγμα που μας προβληματίζει μήπως και το μοντέλο έχει διαβάσει και ενστερνιστεί Baudrillard (όσο κι αν δεν τον αποδέχεται ο «μοναχικός πολυπράγμων»): «η σαγήνη είναι ισχυρότερη από τη σεξουαλικότητα». Και υπό το φως ετούτης της άκρως αποσαφηνιστικής παραδοχής, η επιλογή του μοντέλου δικαιολογείται, γιατί ο μαλακισθείς από σεξουαλικότητα σίγουρα μπορεί να χωλαίνει, αλλά  τη γοητεία, όπως δείχνει και το ευσταλές παρουσιαστικό του, μοιάζει να την έχει μπόλικη.


Να λοιπόν που ένας μαλακισμένος (προς θεού – με την κυριολεκτική κατά γράμμα έννοια του όρου), ένας μαλθάκας, ετοιμάζεται για αρχηγέτης. Πράγμα που διόλου δεν εκπλήσσει, δεδομένου ότι μιλάμε για Νέα Δημοκρατία – το κόμμα των Χατζημιμίκων. Οπότε κάθε συζήτηση περνά, αναγκαστικά, στα χωράφια της ιλαροτραγωδίας. Μπουφόνικες καταστάσεις – με υποψηφίους αρχηγούς που, κι από φάτσα μονάχα να τους κόψεις, αμέσως καταλαβαίνεις ότι βρισκόμαστε πιο κάτω ακόμα κι απ’ τον μέσο όρο (που είναι ήδη πολύ κάτω). Κι ας πρόκειται για το «αστικό» κόμμα της χώρας. Αστικό, σε αγροτοποιμενική όμως βερσιόν, στα χνάρια του μεγάλου «Εθνάρχη» από το Κιούπκιοϊ. Του «φρυδά», που ’τανε μπάνικος και τονε γουστάριζαν κι οι γυναίκες και τονε ψηφίζανε. Του βουκόλου γενάρχη της χωροφυλακίστικης και παπαδίστικης Δεξιάς σε ελληνοπρεπέστατη εκδοχή, τίμια, λεβέντικη, με απογόνους και συνεχιστές τους δυο ευρυπρόσωπους (και ευρύπρωκτους) συνονόματους, τους δυο λεβεντάνθρωπους Κωστάκηδες, τους δυο κωλαράδες εξαδέλφους των οποίων η ικανότητα τρέχει απ’ τα μπατζάκια. 


Του γέροντα που έτρωγε συνέχεια στου Λεωνίδα και δάκρυζε για τη Μακεδονία μας. Του φύλαρχου που ’παιζε και γκολφ (!) («ήθελε να ξέρει γκολφ, αλλά δεν ήξερε...» μας σχολίασε κάποτε, βιτριολικά, ο Γεώργιος Ράλλης, μαζί με άλλα ωραία που ίσως τα αναφέρουμε κάποτε) κι έφκιασε και ιδεολογία για το πόπολο με έμβλημα την τρουά-καρ «ντεγκολική» πόζα του να κοιτά το υπερπέραν, τον «Καραμανλισμό» («πολύ γέλιο» ©) – μια πατατοσαλάτα Σερραίικη all the way, εύπεπτη, «κατάλληλη δι’ όλην την οικογένειαν». Να γλείφει ο ταλαίπωρος ο κοσμάκης και τα δάχτυλά του. Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει. 


Πολλά τα κατορθώματα, πολλές οι ultra σοφές ρήσεις που περιέχονται στο χρυσόδετο καραμανλικό συναξάρι («Η Ελλάδα είναι ένα απέραντο φρενοκομείο», «Η Μακεδονία είναι Ελληνική» και λοιπά εύηχα απολίτικα). Που το διαβάζουν γονατιστοί, με το χρειαζούμενο σέβας, χρόνια τώρα, οι γαλάζιοι κομματικοί νεκρόφιλοι (κάμνοντας ευλαβικά και τον σταυρό τους). Και με την περίφημη «Ιδρυτική Διακήρυξη» του ’74 τοποθετημένη σεβαστικά στο νεοδημοκρατικό εικονοστάσι, μια αρλούμπα περιωπής ενώπιον της οποίας τα στελέχη στέκονται περιδεή, αφού την προορίζουν ακόμη και σήμερα για τον φωτοδότη φάρο που θα μας οδηγήσει, αύριο-μεθαύριο, στο θριαμβικό μέλλον. Κι άντε τώρα να αμφισβητήσει κανείς ετούτο το hilarious νεοδημοκρατικό κοράνι.


Στη νέα αυτή νεοδημοκρατική παράσταση βουκολικού δράματος, λοιπόν, οι πρωταγωνιστές είναι γεννημένοι δευτεραγωνιστές. Παρότι ο κοσμάκης θα συντηρήσει πιθανότατα και τη νέα καλλιτεχνική προσπάθεια κόβοντας εισιτήριο (φτηνό, μόλις τρία ευρώ) στις κομματικές λαϊκές απογευματινές. Έστω και χωρίς ιδιαίτερο ενθουσιασμό, αφού η παράσταση θα δοθεί με παίκτες πάγκου. Αλλά οι νεοδημοκράτες, αυτά τα περίεργα είδη του πολιτικού ζωικού βασιλείου, έχουν μάθει να ψηφίζουν, χωρίς αντιρρήσεις, ό,τι τους σερβίρεται. Γιατί έχουμε και δημοκρατία. Στο κόμμα της αστικής λουμπενοποίησης, και οι τέσσαρες υποψήφιοι, ο ημίτρελος, ο κουτσαβάκης, ο τζιτζιφιόγκος κι ο βλαχοδήμαρχος, δεν αφήνουν περιθώρια για ποικιλία στις επιλογές. Ξέρουμε ήδη από τι έχουμε να διαλέξουμε. Από τη μία, παπάδες, μπασκίνες, νοικοκυραίοι. Από την άλλη, λογιστάδες, σταρτάπερς και μανατζαραίοι. Οπότε, ας ρίξουμε ένα «Αχ βρε…», «a la manière de» Nikos Dimou (του καταξιωμένου διαφημιστή / δημοσιογράφου): Αχ βρε ταχυδακτυλουργέ Καράκας… Γι’ αυτό έδωσες τη ζωή σου έξω απ’ το Πολυτεχνείο; Για να διεκδικούν την εξουσία τέσσερις μέτριοι αλμπάνηδες;


Η επιγραφή στην Δαντική πύλη της Κολάσεως γράφει: «Εσείς που μπαίνετε εδώ, ξεχάστε κάθε ελπίδα». Η ίδια επιγραφή καλό θα ήταν να αποτελεί υποχρεωτικό ανάγνωσμα και για όσους περνούν τα σύνορα της ελληνικής επαρχίας. Με τη ΝΔ ως την κατεξοχήν κομματική έκφραση ενός μικρού κακορίζικου χωριού περίτρομου απέναντι στον πραγματικό κόσμο και συμπλεγματικού, η οποία δοξάζει την ανεπάρκεια στεγάζοντας ό,τι αναχρονιστικότερο, γελοιωδέστερο και σακατιλίδικο διαθέτει η χώρα – τόσο σε επίπεδο στελέχωσης όσο και βάσης. Γιατί, όμως, δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος απέναντι σ’ αυτή την γελοιότητα; Γιατί δεν εξεγείρεται μπροστά στη σαχλαμάρα, ώστε να οδηγήσει και πάλι στην «ανάπτυξη» τη χώρα που έχει τεράστιες δυνατότητες, αφού, πέραν των άλλων, μπορεί και παράγει ίσα και με τρεις (!!!) διαφορετικούς χαλβάδες (Μακεδονικό, σιμιγδαλένιο και Φαρσάλων); Ποιος ξέρει, ίσως να φταίει ο καιρός. Όπως, άλλωστε, είχε δηλώσει κάποτε κι ένας αλγερινός υποστηρικτής του Ben Bella στον Kapuscinski «εδώ ο λαός δεν ξεσηκώνεται γιατί κάνει πολλή ζέστη». Άρα ίσως και στα δικά μας τιμημένα χώματα, στην αραπιά της Ευρώπης, να μη φταίει η μαλακία αλλά η ζέστη, η παραγόμενη από το (μοναδικό στον κόσμο) στραφταλίζον αττικό φως, από τον ήλιο που σε τούτον εδώ τον τόπο βαρεί διαφορετικά και μας πυρώνει δυνατά.


Ο έλλην χωρικός, αναλλοίωτος στον χρόνο, θέλει να αντιπροσωπευθεί, και μάλιστα κουτοπόνηρα, επαρχιώτικα. Με ανθρώπους του χεριού του, μέτριους, της πλάκας, για να τους νιώθει δικούς του, να τους ελέγχει. Δεν ανέχεται ανώτερούς του ο κοσμάκης μπας και τονε ξελασπώσουν· μήπως και αναβαθμιστεί λιγάκι και φάει κι ένα κομμάτι γλυκό ψωμί. Δικαιώνοντας ίσως όσους λένε ότι είναι ένα αδρανές υλικό, που ζητάει ο οργανισμός του γερό καλούπωμα και κάμποσο βοναπαρτισμό μπας και καταφέρει κάτι τις. Εκείνος, όμως, προτιμά τον κατιμά, τα αντιπροσωπευτικά ρετάλια. Θέλει, κοιτώντας τον καθρέφτη του, να εκφραστεί – κι όχι μόνο λεκτικά, αλλά και διά της ψήφου. Να ψηφίσει τους ομοίους του, τους ανασκολοπιστές του, για να τον ξεκωλιάσουν, και στη συνέχεια να σκούζει κακομαθημένα, μονίμως διαμαρτυρόμενος και διαψευσμένος, πρήζοντάς μας αρκετά κάποιους αδένες. Όσοι, μάλιστα, επιδίδονται στο σπορ της ψηφοφορίας (και είναι μπόλικοι!) μας εκμυστηρεύονται ότι πρόκειται για διαδικασία απολαυστική – πιο απολαυστική κι απ’ τη μαλακία ακόμη! Πολιτικοί και ψηφοφόροι, σε μια μεγάλου μήκους πολιτική τσόντα, αυνανίζονται μονομανιακά· και μάλιστα για ποικιλία, με κέρδος τη φαντασία, παίζοντας και ο ένας το όργανο του άλλου! Αλληλομαλακιζόμενοι! Θεέ μου, πόση ανιδιοτέλεια! Πόση εκχώρηση του Εαυτού στην εξυπηρέτηση του Άλλου, πόση αλληλοπεριχώρηση δηλοί ετούτη η δυνατή αλληλομαλάκινση! Αλλά μήπως κι εμείς, που ασχολούμαστε υποτίθεται αφ’ υψηλού, δήθεν σκωπτικά, δήθεν περιπαικτικά, με τα λήμματα, που ανακατεύουμε τα περιττώματα με επάργυρες κουτάλες, που μουρμουρίζουμε υψηλόφρονες χαριτωμενιές διανθίζοντας τες και με κάνα jeu desprit, μια περιποιημένη μαλακία δεν τραβάμε; Μέσα στη μαλακία απαξάπαντες, λοιπόν – στον έναν ή τον άλλο βαθμό. Ξύπνιοι και καθυστερημένοι. Κυβερνώντες και κυβερνώμενοι. Πατρίκιοι και πληβείοι. Η αποκορύφωση της ισότητας. Το απόγειο της δημοκρατίας. Στο πνεύμα της εποχής.

/σχετικά άρθρα/
Οι εκτονώσεις ενός υποψήφιου περιφερειάρχη

Tuesday, October 27, 2015

Εμπρός για ένα νέο ΟΧΙ!



Ιστορικές επέτειοι σαν αυτή την 28ης αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για συλλογικές ενδοσκοπήσεις και εθνικές αποτιμήσεις. Ο συνολικός απολογισμός οδηγεί, δυστυχώς, σε ένα οδυνηρό συμπέρασμα: ο εχθρός εισέβαλε ξανά στην τάλαινα χώρα – τούτη τη φορά, μάλιστα, από την κεντρική πύλη και με όλες τις τιμές. Οι ξένοι κατακτητές, φορώντας κοστούμια και ταγιέρ αντί για στρατιωτικές στολές, μάς πήραν τη χώρα μας, μάς πήραν και το ψωμί (εμείς προλάβαμε να φάμε μονάχα το τυρί – της φάκας των δανειστών).


Πολλοί οι προδότες σήμερα. Οι προσκυνημένοι, οι νεοραγιάδες, που υποτάσσονται στον ξένο δυνάστη. Όχι, βεβαίως, ότι αυτό δεν συνέβη και τότε. Μπορεί κανείς να ξεχάσει όλους αυτούς τους Έλληνες που δελεάστηκαν από τις σειρήνες του εχθρού και μήδισαν; Τον Δημήτρη Μπισλάνη τόσο ως γερμανό αξιωματικό όσο και ως δωσίλογο Στάθη, τον Πέτρο Φυσσούν ως υπολοχαγό Καρλ φον Στάιν, τον Κώστα Καρρά ως υπολοχαγό Μαξ Ρόιτερ ή αντιπλοίαρχο Έρικ φον Άουερ, τον Χρήστο Πολίτη ως συνταγματάρχη Χέρμαν φον Σβάιτσερ;

 

Η σημερινή αποκαρδιωτική κατάσταση της νέας υποτέλειας δημιουργεί υπόνοιες ότι θα τρίζουν τα κόκαλα ανθρώπων που έδωσαν τα πάντα για τούτη την πατρίδα. Πήγαν, όμως, πράγματι στράφι οι ηρωικές θυσίες του Κώστα Καζάκου ως λοχαγού Θεοδώρου, του Ανδρέα Μπάρκουλη ως συνταγματάρχη Μουρούζη, του Κώστα Πρέκα ως υπολοχαγού Νικολάου, του Στέφανου Στρατηγού ως δεκανέα Στυλιανούδη;

 

Η γνώμη μας είναι πως όχι. Υπάρχει ακόμα ελπίδα. Ο Λαός μας δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του λέξη. Έχουμε πόλεμο. Πόλεμο ύπουλο. Πόλεμο οικονομικό. Να πούμε, λοιπόν, ξανά ένα βροντερό ΟΧΙ. Ένα ΟΧΙ στους κατακτητές, στους εξουσιαστές, στους τοκογλύφους. Ο Λαός μας βρίσκεται ήδη σε καλό δρόμο αντίστασης. Θέλει, όμως, ακόμα μεγαλύτερη πίστη, ακόμη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, αν θέλουμε να φτάσουμε στο ποθητό αποτέλεσμα. Ας γίνει και σήμερα η φωνή αντίστασης του Λαού ένας ορμητικός χείμαρρος που θα σαρώσει και πάλι τους κατακτητές και τους λακέδες τους. Με την επαναστατημένη Άντζυ Σαμίου ως νέα Σοφία Βέμπο. Με τον αγανακτισμένο Σταμάτη Κραουνάκη («κατσαρόλα») ως νέο Μίμη Τραϊφόρο. Και με τον Γιώργο Τράγκα να πλέκει (με το κυρτωμένο δάχτυλο) την κάλτσα του στρατιώτη.

Sunday, October 11, 2015

Μονάχα σε οικογένεια και λαό στηρίζεται ο Άδωνις Γεωργιάδης!



Ο Άδωνις Γεωργιάδης (ο δεύτερος πιο αγαπημένος μας υποψήφιος αρχηγός μετά τον, εκτός συναγωνισμού, Απόστολο) ενοχλεί το Σύστημα – είναι γνωστό αυτό. Ο μικρόσωμος (και μονίμως ιδρωμένος) ετούτος άνδρας-κοκοράκι χαλάει τη σούπα του Κατεστημένου. Που δεν τον θέλει στα ποδάρια του. Εκείνος, όμως, ένας Carlylean hero προορισμένος να κυβερνά, ακολουθώντας το πεπρωμένο του, με μερικές πενταροδεκάρες στην τσέπη, κάμποσα κακοτυπωμένα βιβλία στο δισάκι, και όπλο του την αγάπη του απλού λαού, κίνησε για το δύσκολο μα συναρπαστικό ταξίδι της ηγεσίας. Θα τα καταφέρει, άραγε; Θα φτάσει τροπαιούχος στον προορισμό του; Θα βρει, επιτέλους, η ψυχή του απάγκιο;

Ισχύς μου η η αγάπη του λαού, η οικογένεια και η σοβαρότης 

 Η σύζυγός του, Ευγενία, το πιστεύει. «Αυτή η χαζοβιόλα τού σήκωσε τα μυαλά! Θέλει μεγαλεία! Να γίνει κυρία αρχηγού!» λέει κάποιος που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα. «Τον ψέλνει συνέχεια ότι του αξίζει να γίνει αρχηγός αδιαφορώντας για την συνεπαγόμενη ρεντικολοποίησή του!» προσθέτει. Άλλοι, όμως, ισχυρίζονται πως δεν είναι καθόλου αδιάφορη σύζυγος αλλά τον φροντίζει – και μάλιστα πολύ. Σημειώνουν, ας πούμε, ότι του καλομαγειρεύει: «Δεν βλέπεις πώς τον έχει κάνει απ το πολύ φαΐ, πόσο τον επάχυνε; Διπλάσιος έγινε ο Άδωνις! Στρουμπουλός σαν κεφτές! Στομάχια, βυζιά, προγούλια... Σε λίγο θα σκάσει! Ρούχο πια δεν του χωράει!».

Πάχυνε αλλά τον αγαπώ...

Με βάση, όμως, τα στοιχεία που διαθέτουμε, τασσόμαστε αναφανδόν υπέρ της πρώτης εκδοχής. Και αυτό ειλικρινά μας πονά. Γιατί πιστεύουμε ότι άλλη τύχη τού άξιζε του φουκαρά του Άδωνι. Σ’ ένα τόσο λαϊκό, κοινό παιδί, μπουρλέσκο κι αλαφρύ, με τα μυαλά πάνω απ’ το κεφάλι, το οποίο εμφανώς χρειάζεται ηρεμία και ανάπαυση για να μην οδηγηθεί στο απευκταίο, φρονούμε ότι άλλη κυρά του ’πρεπε, να τονε γειώσει, να τονε στερεώσει· κι όχι μια αλαφροΐσκιωτη. Για παράδειγμα, μια τίμια κι απλή Μακεδόνισσα (μιας που ο υποψήφιός μας οψίμως λατρεύει τη Μακεδονία, ψηφοθηρικά και κουτοπόνηρα, ελέω γενάρχη «Τριανταφυλλίδη»), ένα προσγειωμένο κορίτσι του λαού μας, με σκασμένες φτέρνες, να του φκιάνει και πίτες. Αλλιώς, όμως, τα φερε η ζωή.

Στήριγμά μου  ο απλός λαός του Facebook και του Twitter!

Δεν έχει στηρίγματα από τους ισχυρούς (λέει) ο Άδωνις. Το Σύστημα τον κατατρέχει (λέει). Μονάχα από την πλέμπα του «ιντερνέτ» και από κάποιους χλεχλέδες της ΟΝΝΕΔ έχει στήριξη. Δηλαδή από τα παιδιά του λαού. Αυτός ο απλός άνθρωπος, ο αντισυστημικός, που δεν είναι από τζάκι, που τον χτύπησε νωρίς-νωρίς η ορφάνια. Ως λαϊκό πρότυπο ο ίδιος, ως αυτοδημιούργητος βιοπαλαιστής, όμως, δεν έχει αυταπάτες. Ξέρει, και μάλιστα ξέρει καλά ως δεξιός / συντηρητικός που ναι και δηλώνει, ότι μονάχα στην οικογένεια, στον πρωταρχικό και συνάμα ακατάλυτο αυτόν δεσμό, θα βρει την πραγματική στήριξη. Και, πράγματι, έτσι έγινε. Επιστρατεύτηκε ακόμη κι ο αδελφός του, ο Αλέκος. Παρότι φύσει και θέσει ρέμπελος, κατάλαβε την κρισιμότητα των περιστάσεων και προσφέρθηκε, στη λογική «το αίμα νερό δεν γίνεται». Ανέλαβε, καίτοι ράθυμος, να πιάσει το βολάν και να οδηγεί το Γεωργιάδικο πούλμαν στις περιοδείες ανά την Ελλάδα. Επιπλέον, χρίστηκε υπεύθυνος μαγειρέματος (μετά την εμπειρία του στο «Μπες στο ψητό») αλλά και καθαριότητας, μιας κι η Ευγενία αρνήθηκε ετούτον τον (φυσικό για γυναίκα) ρόλο, καθώς, όπως λέει ο Αλέκος, «έχει πάρει ψηλά τον αμανέ». 

Το τιμόνι του πούλμαν Γεωργιάδη βρίσκεται σε αδελφικά χέρια

Ο τρίτος αδελφός, Λεωνίδας, θα παραμένει κυρίως στην πρωτεύουσα, καθότι σηκώνει στις πλάτες του το βάρος του τηλεμάρκετινγκ ώστε να βγαίνει και κάνα φράγκο να ζει η οικογένεια, δεδομένου ότι η Ευγενία θέλει και τα λούσα της, κι η βουλευτική αποζημίωση του άντρα της φαίνεται ότι δεν φτάνει. Μόνο τα σαββατοκύριακα αλλά και εμβόλιμα, όποτε άλλοτε μπορεί, θα βοηθά, ταξιδεύοντας κι αυτός με το συγκεκριμένο πουλμανάκι. Δεν λέμε, δείχνει σπουδαίο πουλμανάκι, ένα πραγματικό υπερπουλμανάκι, αφού μ' αυτό θα γυρίζουν, εκεί μέσα θα τρώνε και θα πλένουνται, εκεί μέσα θα κοιμώνται, αλλά και πάλι ένα ερώτημα γεννάται: πώς θα κοιμώνται τέσσερα άτομα μέσα σ’ αυτό το βανάκι / πουλμανάκι που διαθέτει μονάχα δυο κρεβάτια και μάλιστα μικρά; Όλα, όμως, έχουν ήδη κανονιστεί. Ο Άδωνις με τη σύζυγο αγκαλιά στο ένα κρεβάτι· και τα δυο αδέλφια, Αλέκος και Λεωνίδας, στο άλλο. «Καλά ο Άδωνις και η τραγουδιάρα, αυτοί είναι πιτσουνάκια. Θα χωρούν, όμως, δύο άντρες, και μάλιστα τόσο χεροδύναμοι, στο ίδιο μικρό κρεβάτι;» ρωτούν πολλοί – και δεν τους αδικούμε. Ναι, είν’ η απάντηση, εφόσον θα κοιμηθούν, για μεγαλύτερη άνεση, σε στάση «πόδι-κεφάλι».

«Θα μπαίνετε στο πουλμανάκι μόνο σαν τελειώσω!»

Η συμφωνία, μάλιστα, είναι τα δύο αδέλφια, Αλέκος και Λεωνίδας, να αποχωρούν και να παραμένουν εκτός οχήματος ενόσω ο Άδωνις θα επιτελεί τα συζυγικά του καθήκοντα μέσα στο πουλμανάκι, να ξαλεγράρει λιγάκι κι από την πίεση της περιοδείας. Κι αμέσως μετά, αφού ο αδελφός τους ολοκληρώσει το έργο του και τους δώσει σήμα, θα ξαναμπαίνουν στο πουλμανάκι για ύπνο. Επιπλέον, ο Άδωνις έχει απαιτήσει κατά τη διάρκεια της κατάκλισης τα παράθυρα να παραμένουν ερμητικά κλειστά (και με τραβηγμένες πέρα-πέρα τις κουρτίνες), για λόγους ασφαλείας, οπότε ο θεός να σε φυλάει από τη βαριά ατμόσφαιρα και τις σωματικές αναθυμιάσεις.


Παρά το ισχνό σωματικό του αποτύπωμα, πραγματικός Ηρακλής αποδεικνύεται ο διεκδικητής αρχηγός Άδωνις Γεωργιάδης.Θέλει να γευτεί τους καρπούς τις εξουσίας – να μην καταλήξει ένας προγναθικός Τάνταλος. Στο κάτω-κάτω, μήπως κι οι άλλοι υποψήφιοι είναι καλύτεροί του; αναρωτιέται. Κι εδώ ποιος μπορεί να του δώσει άδικο... Με χροιά λόγου και εμφάνιση που διόλου δεν βοηθούν, εκείνος δεν το βάζει κάτω. Θέλει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία. Με ρόπαλο την απουσία αξιοπρέπειας και την αδιαβροχοποίηση απέναντι σε κάθε αίσθηση του γελοίου (μεγάλο προτέρημα αυτό στην πολιτική), ετούτος ο μικρός Πατούλης δεν φαίνεται πρόθυμος να χαρίσει κάστανα. Αντιθέτως. Μοιάζει να θέλει να δαγκάσει δυνατά (με το πελώριο προγναθικό του στόμα) την ευκαιρία. Ωστόσο, το Σύστημα δείχνει να απειλείται. Κι έτσι του βάζει παντού εμπόδια.

«Θα ψήφιζα την κυρία Μαριάννα να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας!»

Ακόμη και οι συμπαθείς ταξιτζήδες, εκ μέρους του Συστήματος των συντεχνιών, μοιάζει να παράτησαν τον μέχρι πρότινος εκλεκτό τους και να στηρίζουν en masse Μεϊμαράκη, θέτοντας προσκόμματα στην υποψηφιότητα του «παιδιού του λαού» αφού δεν πάνε πολλές ώρες που εμπόδισαν τον αδελφό του, Αλέκο, να πάει να παραλάβει εγκαίρως το πουλμανάκι με το οποίο και θα άρχιζε η σημαντική επαρχιακή περιοδεία.

Για να δούμε... Τι λένε οι εφημερίδες; Γράφουν τίποτα για το πουλμανάκι;

Άργησα! Ας πάρω καλύτερα κανένα ταξί να προλάβω...

Α, ωραία! Να, μου φαίνεται ότι έρχεται ένα...

Μπράβο, ελεύθερο είναι. Αυτό θα πάρω!

Ταξί! Ταξί! Τους πούστηδες... Πέντε άδεια πέρασαν μέχρι τώρα και κανένα δεν με παίρνει... 

Βρε δεν πάτε στον διάολο! Θα το κόψω με τα πόδια κι ό,τι θέλει ας γίνει...

Όπως και να ’χει, ο Άδωνις αψηφά τα εμπόδια καθώς τον τρέφουν οι δυσκολίες. Και σηκώνει τα μανίκια. Γιατί είναι μαχητής, φτιαγμένος απ τη στόφα του ανθρώπου που ξέρει να πολεμά – και να νικά! Με τόσα ελλείμματα, ψυχικά και σωματικά, ο πολιτευόμενος αυτός μπουλούκος δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς. Και ίσως να αποδείξει, ενάντια στα προγνωστικά, ότι στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης φαιδρότητας και κατάντιας, και μ αυτή του την ανεξάντλητη θέληση για εξουσία υποβοηθούμενη, μάλιστα, από το συνεχές ψάλσιμο της κενόδοξης κυράς του, ακόμη κι ένας βαλκάνιος τραμπάκουλας της πολιτικής, ποιος ξέρει, μπορεί τελικά και να τα καταφέρει.

/σχετικά άρθρα/
Άδωνις, "Ελληνική Αγωγή" και Πέπη Τσεσμελή
Άδωνις Γεωργιάδης: "Πιστέψτε με! ΔΕΝ βάφω τα μαλλιά μου"...
Άδωνις Γεωργιάδης: βάψιμο επιθετικό, βάψιμο πατριωτικό...
Ευγενία Μανωλίδου: λατρεία για βαψομαλλιάδες...
Κραυγή απόγνωσης: "Άδωνι, σταμάτα να βάφεις τα μαλλιά σου"!
Άδωνις Γεωργιάδης: Αγαπώ τον Αλέξη και τη Γαρουφαλλιά...

Monday, October 5, 2015

Ποιος έκλεψε το όχημα του Αβραμίδη;



Αφήσαμε να περάσει λίγος καιρός, διότι βρισκόμασταν σε προεκλογική περίοδο, και ακολούθως σε μετεκλογική, με τις εκλογές να παρεμβάλλονται ενδιάμεσα, και ίσως νέες να έπονται, οπόταν και, εκ φύσεως μετριοπαθείς, δεν επιθυμούσαμε να συμβάλουμε στην όξυνση των πολιτικών παθών. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μείνουμε άλλο βουβοί, όσο το φλέγον ερώτημα παραμένει: Ποιος έκλεψε το αυτοκίνητο του αριστερού πολιτευτή Αβραμίδη; Ποιος εβούτηξε το όχημα ενός μαχητή των κοινωνικών αγώνων ενάντια στο Κεφάλαιο και τα Μονοπώλια; Επρόκειτο για ένα ερώτημα που μας απασχόλησε δυνατά για κάμποσον καιρό – δεν θα το κρύψουμε. Πολύ δε περισσότερο, όταν διαβάσαμε στην καλή εφημερίδα ΠΡΙΝ, την οποία διευθύνει αγωνιστικά και σφαιρικά ο καλός δημοσιογράφος (και θαμώνας των εκπομπών του Χατζηνικολάου), Γιώργης Δελαστίκ (τον οποίον, en passant, βλέπουμε συχνά τα καλοκαίρια, σε mood γνήσια αντικομφορμιστικό, να φορεί όμορφα, κλασσικά πέδιλα σε γραμμή «χιαστί»), σχετικό σημείωμα, το οποίο και αποδίδει την κλοπή στα μεγάλα συμφέροντα! 


Διότι, πάντα σύμφωνα με το συγκεκριμένο σημείωμα, ο Αβραμίδης, δημοσιογράφος το επάγγελμα, κει πάνω στη Β. Ελλάδα από την οποίαν και ορμάται, προχωρά κατά καιρούς σε σημαντικές αποκαλύψεις – ένας θεός ξέρει ποιες και πόσες! Επίσης, «έχει διακριθεί και στους αγώνες για μια αυτοδιαχειριζόμενη ΕΡΤ3» – πράγμα καθόλου λίγο! Ακόμη, έχει διδάξει «σε σχολείο με Ρομά» – επίτευγμα με τη δική του αξία! Επιπλέον, έχει πάρει μέρος «στις πανεπιστημιακές κινητοποιήσεις ενάντια στα δίδακτρα και τις αξιολογήσεις, κόντρα σε οικονομικά συμφέρονται, πρυτάνεις και μεγαλοκαθηγητάδες» – γεγονός αναμφίβολα τολμηρό! Ακούγεται δε ότι έχει επιδείξει ιδιαίτερο ζήλο και στις περίφημες κινητοποιήσεις των διοδίων του κινήματος «Δεν πληρώνω-Δεν πληρώνω» – κατόρθωμα αναντίρρητα αξιέπαινο! 


Έχει ενοχλήσει πολλούς, καταπώς φαίνεται, ο πολιτευτής Αβραμίδης! Και άρα το μυαλό ολονών μας κάπου πάει αναφορικά με την ταυτότητα των δραστών. Ποιος, λοιπόν, του έκλεψε το αυτοκίνητο; Και γιατί; Το συγκεκριμένο, μάλιστα, όχημα, όπως διαβάζουμε με αμείωτο ενδιαφέρον στην ίδια πάντα εφημερίδα, είναι παλαιό, άνω των τριάντα ετών, όπως ταιριάζει, άλλωστε, στη φύση ενός κοινωνικοπολιτικού αγωνιστή. Άρα μηδαμινής αξίας. Κι έτσι, αναπόφευκτα, τα ερωτήματα επανέρχονται με ιδιαίτερη δριμύτητα: Ποια συμφέροντα θέλησαν να τρομοκρατήσουν τον πολιτευτή Αβραμίδη; Ποιες δυνάμεις επιδίωξαν να τον φιμώσουν με την κλοπή του παλαιού του αυτοκινήτου; Ποια κέντρα, σε τελική ανάλυση, επιβουλεύονται την ελευθερία της έκφρασης; Τα αδυσώπητα ετούτα ερωτήματα παραμένουν ανοικτά· και θα παραμένουν ορθάνοιχτα, όσο το Κράτος δεν δίνει απάντηση στο ερώτημα «ποιος έκλεψε το όχημα του Αβραμίδη;»· όσο ολιγωρεί και δεν προχωρεί σε ουσιαστικές έρευνες για την πλήρη διαλεύκανση ετούτου του περίεργου, συνάμα δε και αντιδημοκρατικού, αλλά οπωσδήποτε και σημαντικού περιστατικού. Έχουν γνώση οι φύλακες!