Tuesday, July 19, 2016

Νίκος Χατζηνικολάου: «Αυτό είναι το ποδόσφαιρο!»

Ο γνωστός τηλεπαρουσιαστής σκιαγραφεί το  Euro 2016 και καταθέτει αποστάγματα ποδοσφαιρικής εμπειρίας


Χρόνια στο ποδοσφαιρικό κουρμπέτι ο Νίκος Χατζηνικολάου, ο τηλεορασάνθρωπος. Πραγματικός ποδοσφαιράνθρωπος! Με αποτέλεσμα να γνωρίζει το ποδόσφαιρο όσο λίγοι. Το σημαντικό είναι ότι δεν εννοεί να κρατήσει τα πολύτιμα συμπεράσματα που απεκόμισε από την πολυετή ενασχόλησή του, ως θεατής, με το λαοφιλέστερο άθλημα για τον εαυτό του. Και αποφασίζει να μας χαρίσει απόσταγμα της εμπειρίας του, να μας μυήσει στα μυστικά της μπάλας, δηλώνοντας: «Αυτό είναι το ποδόσφαιρο!». Ας τον απολαύσουμε!


 Κατά την ταπεινή μου γνώμη –και πετάξτε την το ποδόσφαιρο είναι το δημοφιλέστερο άθλημα στον πλανήτη.

Ο πατέρας μου, Παναγιώτης Χατζηνικολάου, γνώστης και αυτός των μυστικών του αθλήματος, μου έλεγε πάντα ότι οι μεγάλες διοργανώσεις είναι αυτές που μας ανοίγουν διάπλατα την πόρτα για να μπούμε στον μαγικό κόσμο του ποδοσφαίρου.

► Καλή η παρακολούθηση ενός ματς από την τηλεόραση, αλλά, πιστέψτε με, με τίποτα δεν συγκρίνεται η εμπειρία του να έχεις εξασφαλίσει το «μαγικό χαρτάκι». Θέλω να πω, το να βλέπεις το ίδιο ματς ζωντανά από την εξέδρα.

Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, το Γιούρο, είναι η μεγάλη γιορτή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Όπως το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, το Μουνdιάλ [sic], είναι η μεγάλη γιορτή του παγκόσμιου.

 Το ποδόσφαιρο είναι ψαϊκοθέραπυ [sic], όπως λένε και οι φίλοι μας οι Αγγλοσάξονες.

 Άντε να εξηγήσεις στις γυναίκες τι είναι το οφσάινd [sic] (γελάει).


 Οι περισσότεροι έβλεπαν στον τελικό τα «Πάντσερ» με τους «Τρικολόρ». Εγώ αντίθετα έβλεπα Γαλλία-Πορτογαλία. Και αποδείχθηκε ότι είχα δίκαιo [sic].

Από το φόβο της τρομοκρατίας η Γαλλία θύμιζε φρούριο. Παντού αστυνομικοί οπλισμένοι σαν αστακοί.

 Η Ουαλία ήταν για μένα η ευχάριστη έκπληξη. Γιατί ήταν ο Δαυίδ που νίκησε τους Γολιάθ.

 Όταν χάνεις ευκαιρίες και δεν βάζεις γκολ, συνήθως θα δεχθείς γκολ. Αυτός είναι ο άγραφος νόμος του ποδοσφαίρου.

 Η παράδοση έλεγε ότι θα κέρδιζε η γηπεδούχος Γαλλία. Αλλά οι παραδόσεις είναι για να σπάνε.

 Το κυνηγητό Πορτογαλίας και Γαλλίας στον τελικό μού θύμισε Τομ και Τζέρι, που δίνουμε κάθε Σάββατο με την Αγορά.


 Στο Γιούρο της Γαλλίας όλοι σχεδόν οι παίκτες ήταν εμφανώς καταπονημένοι. Θέλετε τον λόγο χωρίς να κοιτάξω τη μαγική σφαίρα; Οι συνεχείς αναμετρήσεις στα εθνικά τους πρωταθλήματα.

► Το γκολ είναι η πεμπτουσία του ποδοσφαίρου. Για να το πω λαϊκά, για να το πω πεζοδρομιακά, ποδοσφαιρικός αγώνας χωρίς γκολ ίσον σκορδαλιά χωρίς σκόρδο.

Δεν βλέπουμε πια στα γήπεδα τούς πολύ μεγάλους παίκτες. Θέλετε τον λόγο χωρίς να διαβάσω τη σπάλα του αρνιού; Δεν υπάρχουν πια αλάνες.

 Στο ποδόσφαιρο στο τέλος κάνεις ταμείο. 

 Αναρωτιούνται γιατί ο Σάντος παίζει αμυντικά. Εγώ λέω –και πετάξτε το σχόλιό μου– ότι τον ενδιέφερε όχι το θέαμα αλλά το αποτέλεσμα.

Στον τελικό έδωσαν και οι δύο ομάδες το 100% των δυνατοτήτων τους. Κέρδισε τελικά εκείνος που έδειξε ότι ήθελε περισσότερο τη νίκη.

 Το ποδόσφαιρο είναι σαν το ποδήλατο: άμα το μάθεις, δεν το ξεχνάς ποτέ.

 Στο ποδόσφαιρο εκείνο που μετράει στο τέλος είναι η νίκη, έστω και με μισό-μηδέν.


Στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχουν προγνωστικά. Θέλω να πω –και πετάξτε το σχόλιό μου– ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.

 Πριν ακόμα αρχίσει η διοργάνωση, είχα προβλέψει ότι την κούπα θα τη σηκώσει η Πορτογαλία. Και αποδείχθηκε ότι είχα δίκαιo [sic].

Με ρωτούν συχνά: «Πελέ ή Μαραντόνα;». Απαντώ: Και οι δύο ήταν μεγάλοι, πολύ μεγάλοι παίκτες.

 Στο μbάσκετ [sic] κερδίζει σχεδόν πάντα ο καλύτερος. Στο ποδόσφαιρο μπορεί να κερδίσει και ο πιο τυχερός.

 Με ρωτούν συχνά: «Ρονάλντο ή Μέσι;». Απαντώ: Και οι δύο. Ο Κριστιάνο [sic] είναι σκόρερ. Και ο Μέσι μάγος.

Πριν από κάθε αγώνα, όποια ομάδα κι αν υποστηρίζω, μόνο μια ευχή κάνω: Να κερδίσει ο καλύτερος.

Ο αθλητισμός ενώνει.

 Στο ποδόσφαιρο των παιδικών μου χρόνων κυριαρχούσε ψυχή και φαντασία. Στο σύγχρονο κυριαρχεί δύναμη και ταχύτητα. Και το χρήμα.


Στο ποδόσφαιρο όλα τα κρίνει η στρογγυλή θεά.

 Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.

► Στο ποδόσφαιρο όλα μπαίνουν και όλα χάνονται.

 Στο ποδόσφαιρο η κάθε ομάδα μπορεί να ελπίζει αφού η μπάλα είναι στρογγυλή.

 Αν το παιχνίδι πάει στα πέναλτι, το τελικό αποτέλεσμα είναι θέμα τύχης. Γιατί η διαδικασία των πέναλτι είναι ρώσικη ρουλέτα.

► Στο ποδόσφαιρο τίποτε δεν έχει τελειώσει αν πρώτα δεν ακουστεί από τον διαιτητή  το σφύριγμα της λήξης.

Το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι στο οποίο αγωνίζονται 22 παίκτες αλλά κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί.


Friday, July 15, 2016

Theodore Monod και χαμένος χρόνος



Χρόνος και απόσταση. Απόσταση και χρόνος. Σημαντικά θέματα. Πολύ σημαντικά. Και σαν τα σκεφτόμαστε, δεν μπορεί παρά να έρθει στον νου μας ο μεγάλος Theodore Monod, o λεγόμενος και «Μαθουσάλας της ερήμου». Ο Θόδωρος δεν έδινε σημασία στον χρόνο. Ίσως γι’ αυτό και ο χρόνος δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα μαζί του. Και τον άφησε να ζήσει ίσαμε τα 98 του. Ειδικά κατά την περιήγησή του στη Σαχάρα, ο λιπόσαρκος φυσιοδίφης έδειξε την απόλυτη περιφρόνησή του προς την ταχύτητα. Ο χρόνος –ο κερδισμένος χρόνος– ουδόλως τον ενδιέφερε. Γι’ αυτό και αντιπαθούσε τις μηχανές – ιδιαιτέρως τα οτομομπίλ. Δεν τα χρησιμοποιούσε – δεν τον ενδιέφερε να κερδίσει χρόνο. Ανέβαινε μονάχα στην καμήλα. Τη θεωρούσε το ιδανικό μέσο μεταφοράς. Γιατί πίστευε δυναμικά στην αργοπορία. Τα τρία μίλια την ώρα τού ήταν υπεραρκετά. Γι’ αυτό κι εμπιστευόταν και τα πόδια του.


Ο μακαρίτης ο Θόδωρος, ο σημαντικός αυτός άνθρωπος και οικολόγος (που απεχθανόταν και το κρέας), μας δείχνει ξεκάθαρα τον δρόμο. Μαθαίνοντάς μας ότι ο χρόνος, ο κερδισμένος χρόνος, δεν είναι το παν. Κι ότι η αναζήτησή του μπορεί άνετα να μπει σε δεύτερη μοίρα. Ή και να βγει τελείως απ’ το παιχνίδι. Αυτά τα σημαντικά, τα πολύ σημαντικά, μας ήρθαν στον νου, σαν ακούσαμε τη βραχύσωμη στρουμπουλή κοπέλα με τα Dr. Martens στα πόδια και το piercing στη μύτη, που έπινε τις μπύρες της επί της πλατείας Εξαρχείων, να λέει με πόνο στη φίλη της και συμπότιδα: «Τρώω μωρέ πολύ χρόνο για να έρχομαι Εξάρχεια από Ηλιούπολη. Αν έπιανα κάπου εδώ γύρω ένα δικό μου διαμέρισμα, θα ήταν αλλιώς. Χάνουμε τελικά το χρόνο μας με τα ασήμαντα και αφήνουμε να δραπετεύουν από τη ζωή μας τα σημαντικά...»

Thursday, July 14, 2016

«Τι να μας πει κι ο Θεοχάρης...»



«Τι να μας πει κι ο Θεοχάρης!..» Αυτή την απόφανση κατέθεσε στην ερώτηση «πώς είδες, Θανάση, το νέο κομματικό εγχείρημα του Χάρη Θεοχάρη, εσύ που αναζητάς το καινούργιο;». Για να συμπληρώσει: «Μια απ’ τα ίδια. Όλοι οι πολιτικοί είναι αλήτες. Μας έχουνε πιει το αίμα. Αλί σε μας, τον απλό λαό, που πληρώνει πάντα τη λέζα...». «Κι ο κυρ Αλέκος Παπαδόπουλος; Ούτε αυτόν τον εγκρίνεις;» ακολούθησε δεύτερη ερώτηση. «Ποιος τον γαμεί και τον Αλέκο Παπαδόπουλο!..» αποκρίνεται. «Εγώ θέλω να βγει κάποιος μέσα απ’ τον λαό, απ’ τα σπλάχνα του, να με κερδίσει στην καρδιά και να τονε στηρίξω!» προσθέτει. Πουθενά δεν τον πιάνεις τον Θανάση. Ό,τι και να του προκύψει, ό,τι και να του προταθεί είναι λάθος, είναι λίγο, είναι κατώτερο τον προσδοκιών και των προδιαγραφών του. Παρ’ όλα αυτά, ο χρόνος είναι πλέριος. Δίχως όρια. Κι αυτό μας επιτρέπει ν’ ατενίζουμε αισιόδοξα το μέλλον. Σκεπτόμενοι: Θα υπάρξει, άραγε, ποτέ υποψήφιος αρχηγός και κόμμα αντάξιο των απαιτήσεων και των προσδοκιών του μέσου, ταλαιπωρημένου, αδικημένου, μα συνάμα και απαιτητικού, Έλληνα; Θα βρεθεί κόμμα και ηγέτης, μετά από το ΠΑΣΟΚ και τον Αντρέα του ’80, να εμπνεύσει τον Θανάση, κερδίζοντας εκτός από την ψήφο του και την καρδιά του;

Sunday, July 10, 2016

Brexit γιά Bremain? Κρομμύδας εναντίον Πολυκάρπου



Ποιος είπε ότι οι Έλληνες είναι επαρχιώτες; Όποιος κι αν το ετόλμησε, πήρε την απάντησή του. Μιαν απάντηση ηχηρή, αφού εξέπληξε ευχάριστα το πάθος με το οποίο ασχολήθηκαν οι Hellenes με τα Bremain και τα Brexit. Τόσος καιρός επέρασε από την ημέρα του ιστορικού δημοψηφίσματος, κι η ένταση των τοποθετήσεων ακόμη να κοπάσει! Το θέμα φλέγει, δεδομένου ότι ο μικρός (αλλά ιστορικός) αυτός λαός αντιπαρατέθηκε επί του θέματος σκληρά. Με συγκρότηση. Παίρνοντας θέση. Υπέρ ή κατά. Λεβέντικα. Χωρίς φιοριτούρες και μεσοβέζικα ήξεις αφήξεις. Δίχως αμφιβολίες και δισταγμούς. Εντυπωσιάζοντας. Αλλά και αποδεικνύοντας ότι αδίκως κατηγορείται ο Έλληνας, συχνά-πυκνά, για μυωπικότητα και ομφαλοσκόπηση. Αφού με το πάθος των τοποθετήσεών του έδειξε ότι, πολιτικό ον μέχρι τα μπούνια, δεν ξέρει να ασχολείται μόνο με τα του οίκου του και τα μικρά, αλλά ότι αναμετράται άνετα και με τα διεθνή και τα μεγάλα.


Κάθε σοβαρός άνθρωπος γνωρίζει, αν μη τι άλλο μέσα από την εμπειρία της ζωής (δεδομένου ότι τα –υπερεκτιμημένα– διαβάσματα, συχνότατα, αντί να σου ανοίγουν ορίζοντες, απλώς ενισχύουν προκαταλήψεις και προ-διαμορφωμένες βεβαιότητες), ότι σημασία δεν έχει τόσο η άποψη καθ’ εαυτή, όσο η διαδικασία μέσω της οποίας καταλήγεις σ’ αυτήν. Κι επομένως, εκείνο που μετράει είναι η συγκρότηση του κρίνοντος. Οι προδιαγραφές του.


«Ο καθένας θεωρεί τα όρια του δικού του οπτικού πεδίου ως τα όρια του κόσμου» ισχυριζόταν ο γερμανός μισάνθρωπος· και αυτό φαίνεται να ισχύει για όλους μας – στον έναν ή τον άλλον βαθμό. Επιπλέον, αυτό που μετράει είναι ο καθείς να μπορέσει κάτι να πει. Να καταθέσει γνώμη (και ψυχούλα). «Καθένας προσμένει την ώρα του για να προτείνει κάτι – αδιάφορο τι. Μπορεί να μιλήσει· αυτό αρκεί», όπως επισήμανε προσφυώς κι ο άλλος μισάνθρωπος, ο εκ Ρουμανίας ορμώμενος. Να μιλήσει. Και μάλιστα με τρόπο απόλυτο. Διεκδικώντας την κατοχή της αλήθειας. Δυναμικά. Φανατικά. Για να σχολιάσει, και πάλι προσφυώς, και πάλι ο Cioran: «Εξ ενστίκτου ειδωλολάτρες, μετατρέπουμε σε απόλυτο τα αντικείμενα των ονείρων και των συμφερόντων μας». Με αποτέλεσμα, ως κάτοχοι εδραίων απόψεων, να μη σηκώνουμε κουβέντα. Να μην αφήνουμε χώρο να παρεισφρέει η παραμικρή αμφιβολία. Και να ταυτίζουμε την αντίθετη άποψη με τη μωρία. 


Πρόσφατα, με αφορμή καφενειακή, τουτέστιν ελαφρά και με έντονο το άρωμα του κουτσομπολιού, συζήτηση, διακεκριμένος (και κατά τ’ άλλα πρωτότυπος και ενδιαφέρων) δοκιμιογράφος, σε σχετικό πείραγμά μας, αξίωνε να μας πείσει ότι είναι απολύτως ανοιχτός σε οποιαδήποτε άποψη. «Μόνο τη βλακεία δεν αντέχω!» προσέθεσε. Όταν του αντιτείναμε ότι, συχνά, απέχθεια προς την βλακεία ονομάζουμε, ίσως και ασύνειδα, απλώς την απέχθεια προς την διαφορετική άποψη, έβγαλε αφρούς διεκδικώντας το δικαίωμα να μπορεί να ορίσει ο ίδιος απολύτως τι εστί βλακεία. Αυτή ακριβώς η αναπηρία είναι που συνήθως ναρκοθετεί κάθε απόπειρα ουσιαστικής συζήτησης, καθιστώντας τον διάλογο κατά κανόνα μιαν υπερεκτιμημένη αξία. Δεδομένου ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, σχεδόν κανέναν δεν ενδιαφέρει η άποψη καθ’ εαυτή, ούτε και η τεκμηρίωσή της, αφού η γνώμη του καθενός γίνεται προέκταση του Εγώ του· με αποτέλεσμα ο διάλογος να εκπίπτει σε μια μάχη εγωισμών, ενώ κάθε προσπάθεια ανασκευής του επιχειρήματος του Άλλου λογίζεται ως προσπάθεια μείωσης της προσωπικότητάς του – ηθελημένο ή αθέλητο πλήγμα στο Εγώ του.


Άλλωστε, η μύχια επιθυμία του μέσου ανθρώπου δεν είναι να καταλάβει, αλλά να πιστέψει. Απομακρύνοντας κάθε ψήγμα ενοχλητικής αμφιβολίας. Καραδοκώντας να βρει ένα έστω «επιχείρημα» ώστε να διατηρήσει την προ-ειλημμένη απόφασή του. Να κρατηθεί, πάση θυσία, από τη χειρολαβή της βεβαιότητας. «Τον πούστη τον υπερβέβαιο τοποθετούμενο. Πόσο αμβλύνους είναι…» θα μπορούσε να μονολογήσει κανείς. Ή, βέβαια, και να τον θαυμάσει για την εμμενή βεβαιότητά του· την πίστη του στην πίστη του. Τούτων δοθέντων, έχει τη δική του σημασία το ότι οι περί Brexit εξελίξεις δείχνουν, ακόμα και στην ταπεινή ετούτη γωνίτσα του πλανήτη, να έχουν αφυπνίσει συνειδήσεις και διαμορφώσει καμπόσα πολύτιμα σκεπτικά, όπως αυτά των συνανθρώπων μας Κρομμύδα και Πολυκάρπου, που, σ’ ένα συγκροτημένο tug owar, αφήνουν παρέκει την βολική μονομέρεια και αντιπαρατίθενται, εμπλουτίζοντας τον διάλογο, το επιχείρημα, τον πλουραλισμό, και επομένως την ευκαιρία κατάκτησης της λυτρωτικής κατανόησης σύνθετων πραγμάτων, πέρα κι έξω από τη βολική εγκαθίδρυση απλοϊκών βεβαιοτήτων.

 

Ο Θανάσης Κρομμύδας, επί παραδείγματι, υπάλληλος τραπέζης, άνθρωπος των αγορών, δείχνει να έχει προβληματιστεί, να έχει προβληματιστεί δυνατά, από την αύξηση του αντιευρωπαϊσμού / ευρωσκεπτικισμού των λαών και να έχει σκεφτεί πολύ πάνω σ’ αυτό το θέμα. «Το πρόβλημα που φάνηκε να υπάρχει με το Brexit είναι ότι αφήνουμε να ψηφίζουν άνθρωποι που δεν ξέρουν. Κι έτσι κυριαρχεί ο λαϊκισμός. Nα δώσουμε στους τεχνοκράτες τα ηνία! Που ξέρουν τι πρέπει να γίνει και αψηφούν και τον λαϊκισμό αφού λειτουργούν με τετράγωνη λογική. Κι αν δεν μπορεί να το καταλάβει αυτό ο απλός λαός, κακό του κεφαλιού του. Αλλιώς, να μάθουμε τον κόσμο να ψηφίζει ορθολογικά. Να του εξηγήσουμε οικονομία και αγορά» εξηγεί ο Κρομμύδας.


Ο βιοπαλαιστής / παρκαδόρος Θανάσης Πολυκάρπου βλέπει το θέμα με το ίδιο πάθος, αλλά από άλλη σκοπιά. «Αυτό το Μπρέξιτ ήταν μια νίκη του απλού λαού. Μας έβγαλαν οι Βρετανοί ασπροπρόσωπους, μας εκάμαν υπερήφανους μετά από το στραπάτσο του δικού μας δημοψηφίσματος που ψηφίσαμε ΟΧΙ και βγήκε τελικά το ΝΑΙ. Που μας πρόδωσε ο Τσίπρας. Το δημοψήφισμα αυτών των κουνιστών των Εγγλέζων έδειξε μωρέ ότι υπάρχουν κι αθρώποι με καρδιά!» δηλώνει με τόλμη.


«Οι Βρετανοί έχουν μπει σε αυτό που εμείς οι οικονομολόγοι, οι τεχνοκράτες, λέμε “αχαρτογράφητα νερά”» επιχειρηματολογεί με σθένος ο Κρομμύδας. «Δεν έχουν καταλάβει τι τους περιμένει. Έχω πληροφορίες μέσα από το City ότι γίνεται χαμός! Στις αγορές ρέει αίμα. Κυριολεκτικά! Αν τελικά δεν γίνει κάτι να διορθωθεί η απόφασή τους με το Brexit, σε λίγο θα τρώνε μόνο φασόλια από κονσέρβα, baked beans όπως τα ξέρουμε εμείς που έχουμε σπουδάσει στην Αγγλία!..» αποκαλύπτει. Με διαφορετικό, ωστόσο, τρόπο βλέπει το ίδιο θέμα ο Πολυκάρπου: «Γερό ταρακούνημα αυτό το Μπρέξιτ! Να δοθεί επιτέλους ένα μάθημα. Γι’ αυτό πρέπει να μιλάει μόνο ο λαός. Που είναι σοφός. Κι όχι οι φλώροι με τα πτυχία. Να φοβηθούνε οι Γερμαναράδες και ν’ αλλάξουνε πολιτική. Μας μισούνε εμάς τους νότιους και ειδικά τους Έλληνες γιατί ξέρουμε να ζούμε! Και θέλουν να αγοράσουν τ’ ασημικά της χώρας για ένα κομμάτι ψωμί…» υποστηρίζει.


«Να ακυρωθεί το δημοψήφισμα! Και να ξαναγίνει νέο! Αν είναι δυνατόν “να γίνει χθες”, όπως λέμε και στη γλώσσα των αγορών. Να σώσουμε ό,τι μπορεί να σωθεί από την ψήφο των βρετανών ψεκασμένων και όλων των ηλικιωμένων που ψήφισαν Brexit. Να μπορέσω κι εγώ, όταν με το καλό κάνω οικογένεια και γίνω πατέρας, να στείλω και το παιδί μου στο δικό μου alma mater, στο πανεπιστήμιο του Ντάρμπι, με προσιτά δίδακτρα home student» δηλώνει με τόλμη, αλλά συνάμα και ελπίδα, ο Κρομμύδας. Ο Πολυκάρπου, από την άλλη, δεν κρύβει την οργή του. «Μας παίρνουν οι ξένοι τις δουλειές. Αν έρθει κι ανοίξει δίπλα μου πάρκινγκ ένας αλλοδαπός με περισσότερα λεφτά, εμένα, τον Έλληνα βιοπαλαιστή, με πήρε και με σήκωσε!» δηλώνει. Το παράπονο τον πνίγει. Και δεν μπορεί να το κρατήσει μέσα του: «Θέλω να ξέρω ποιοι με κυβερνάνε! Ποιοι αποφασίζουν για μένα! Να μπορώ να τους βλέπω στα μάτια. Όπως σε βλέπω και με βλέπεις. Και να τους ζητάω τον λόγο. Αμεσοδημοκρατικά! Πώς στο διάολο να τους δω εκεί πέρα, στου διαόλου τη μάνα, στις Βρυξέλλες;» αναρωτιέται. Αλλά δεν αφήνει μονοπωλεί τη σκέψη του η οργή. Προχωρά και σε προτάσεις: «Τι θέλετε μωρέ γραβατάκηδες των Βρυξελλών; Γιατί μας πιλατεύετε; Ανοίξτε την κάνουλα και δώστε λεφτά στους απλούς ανθρώπους που πεινάνε! Δεν βλέπετε ότι ο λαός υποφέρει; Ν’ ανοίξουν τα ευρωπαϊκά σεντούκια τώρα! Τι τα φυλάτε μωρέ τα λεφτά; Μαζί σας θα τα πάρετε; Να βάλουμε τον άνθρωπο πάνω από προϋπολογισμούς και ισολογισμούς! Να αφήσουμε τον κόσμο ν’ αναπνεύσει! Και να μπορέσει επιτέλους να ονειρευτεί!»


Οι δυο Θανάσηδες, έστω και αν εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, στο ζήτημα της ανάγκης για αλήθεια, για πολλή αλήθεια, αλήθεια άνευ όρων και υποσημειώσεων, φαίνεται να συμφωνούν. «Να ειπωθεί η αλήθεια, αυτό είναι που χρειάζεται. Όλη η αλήθεια, χωρίς λαϊκίστικες αναστολές. Ακόμη κι όταν είναι δυσάρεστη – κυρίως τότε!» καλεί από την πλευρά του ο ορθολογιστής Κρομμύδας. «Να βγάλουμε τον κόσμο, με λόγο τεχνοκρατικό και αληθινό, από τις ψευδαισθήσεις του λαϊκισμού» προσθέτει. «Να πούμε όλοι την αλήθεια!» λέει και ο Πολυκάρπου. «Να τηνε μάθει ο κόσμος. Να καταλάβει ότι μας έχουνε στο στόχαστρο. Ότι πολεμούνε την Ελλάδα. Ότι θέλουν να πάρουν τον πλούτο της χώρας μας. Και επιτέλους να σηκωθούμε από τους καναπέδες. Να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας. Να νικήσει η δημοκρατία. Να πάρουμε πίσω τη χώρας μας!» προσθέτει.  


Σκληρή η αντιπαράθεση – αν και τεκμηριωμένη. Ευτυχώς, όμως, που υπάρχει και ο συμβιβαστικός δρόμος της μεσότητας. Μια ψύχραιμη φωνή, μια φωνή της λογικής, ο Βαγγέλης ο Βακλαβάς, δεν τάσσεται ούτε με το Brexit ούτε με το Bremain, επιλέγοντας να βαδίσει στον δρόμο του σκεπτικισμού. Και αφού ζητά να τεθούν όλα τα θέματα επί τάπητος υπό την ευλογία του διαλόγου, ο ευαίσθητος στιχοπλόκος απευθύνει έκκληση προς τους δύο αντιπαρατιθέμενους, καλώντας τους σε συμφιλίωση: «Ελάτε να μονιάσουμε, τη μέση οδό να βρούμε, να πιούμε βρε ένα κρασί, να συμφιλιωθούμε. Ελάτε να φιλιώσουμε, και να αγαπηθούμε, το εγγλέζικο το ζήτημα, συνθετικά να ιδούμε. Γνώμες πολλές ν’ ακούσωμε, απόψεις ν’ ασπαστούμε, ας πει ο καθείς ό,τι ποθεί, μόνο μη χωριστούμε». Και ο Βακλαβάς ολοκληρώνει την συμφιλιωτική παρέμβασή του  προτείνοντας: «Το Brexit πάλι να τεθεί, χωρίς πάθη και μίση, ν’ ανοίξει μια συζήτηση, που να μπορεί να πείσει. Το θέμα ευθύς ν’ αναλυθεί, από ειδικούς και πλήθη, να γίνει και  θεματική, στου Κώστα του Λαβίθη».

/σχετικά άρθρα/
Και τώρα τι;
Θανάσης Κρομμύδας: RIP Μάγκι!
Θανάσης Κρομμύδας: «Νιώθω μπερδεμένος!»

Thursday, July 7, 2016

Euro 2016 και παπούτσια Patrick



Είναι πράγματι δύσκολο, αφάνταστα δύσκολο, να παρακολουθήσεις το άθλημα του ποδοσφαίρου, ειδικά στο πλαίσιο μεγάλων διοργανώσεων τύπου Euro 2016, χωρίς να σου γεννηθούν δυνατές θύμησες. Θύμησες προερχόμενες κυρίως από τα παραφερνάλια του ιστορικού και δημοφιλούς αθλήματος. Πρωτίστως από  βιρτουόζικα παπούτσια. Από παπούτσια με ψυχή. Μάρκες πάνε κι έρχονται. Άλλες γιγαντώνονται κι άλλες εξαερώνονται στο πέρασμα του χρόνου. Μια μάρκα από τις δεύτερες, εξαϋλωμένη πια από τη φθορά του καπιταλισμού, του sponsoring και της αδηφάγου διαφήμισης (όπως, ίσως, θα έλεγε κι ο Διονύσης Ελευθεράτος) είναι και η Patrick. Που σήμερα, χτυπημένη από τον ανταγωνισμό («Αφήστε μωρέ και τις μικρές εταιρίες να αναπνεύσουν!» θα προσέθετε ο ευαισθητοποιημένος Διονύσης), έχει περιπέσει σε εμφανή ανυποληψία, με σχέδια παπουτσιών που, δυστυχώς, δεν μπορούν πια ούτε στο ελάχιστο να εμπνεύσουν.


Μόνο στη μνήμη μας ζουν πια τα παπούτσια Patrick. Ξεπερασμένα πλέον από τον ανταγωνισμό. Κι ας τα φόρεσαν μάγοι της ντρίπλας και του σουτ. Πόσο δεξιοτεχνικά έπαιζε με Patrick στα (κοντά) πόδια του λ.χ. ο Kevin Keegan!


Αλλά και ο Michael Laudrup! Θεέ μου, τι μπαλαδόρικα ποδάρια παπουτσωμένα με Patrick ήσαν αυτά!


Χωρίς να αφήσουμε ούτε δευτερόλεπτο έξω από την σκέψη και την ανάλυσή μας τον Michel Platini, ο οποίος, προτού επιδοθεί στην τέχνη του διοικείν και παχύνει, φορώντας Patrick μάγεψε τον κοσμάκη με τις μαγικές του μπαλιές και τα όμορφα γκολ!


Ωστόσο, τα συγκεκριμένα παπούτσια τα έβαζαν στα πόδια τους και ποδοσφαιριστές που έπαιζαν περισσότερο με τα χέρια τους, όπως ο (μάλλον παραγνωρισμένος) keeper της ManUtd, Gary Bailey!


Αλλά ακόμη και στα Βαλκάνια φορέθηκαν, και μάλιστα στην Ελλάδα! Ποιος, επί παραδείγματι, μπορεί να ξεχάσει τον ποδοσφαιριστή με τη χαίτη, τον ζογκλερικό Τζίμη Πατίκα, να επελαύνει προς τις αντίπαλες εστίες φορώντας Patrick; 


Ας σκεφτούμε, λοιπόν, τι ποδόσφαιρο θα βλέπαμε στο Euro 2016, τι μαγεία και δεξιοτεχνία, σε περίπτωση που ικανός αριθμός ποδοσφαιριστών φορούσε παπούτσια της συγκεκριμένης μάρκας. Αχ, πόσο σημαντικά ήσαν τα παπούτσια Patrick! Πόσο ιδιαίτερα ήσαντε ετούτα τα σπουδαία παπούτσια! Και πόσο ανάγκη τα έχει το σύγχρονο ποδόσφαιρο, εάν φυσικά επιθυμεί να επιστρέψει στα παλιά καλά μοτίβα και να χαρίζει στον ποδοσφαιρόφιλο λαό αγνή και άδολη συγκίνηση βγαλμένη από το ένδοξο κι ανθρώπινο παρελθόν...

Sunday, July 3, 2016

Lonely



«Μην ξεχάσετε να γράψετε κάτι και για τον Lonely!» μας λέει κάθε τόσο το κοινό (που είναι πάντα υψηλόφρον και απαιτητικό). Και πράγματι, πώς να του χαλάσεις το χατήρι αρνούμενος μια, σύντομη έστω, αναφορά επί του θέματος; Ουδείς, λοιπόν, μπορούσε να υποδυθεί τον ρόλο του Lonely τόσο πειστικά, τόσο συναρπαστικά, όσο εκείνος – μάλλον αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να πει κανείς. Πάντα με την τουίντ τραγιάσκα του, χειμώνα καλοκαίρι, τη βρώμικη καπαρντίνα του, τα pin-up στους τοίχους του μικρού ενδιαιτήματός του (τροφή για σκέψη), το φτηνό, πρόχειρο φαγητό, τις άπλυτες σωβρακοφανέλες του. 


Το αφεντικό του στις μυστικές υπηρεσίες ήταν αυστηρό, δύστροπο, κακότροπο – ο Θεός να σε φυλάει! Ο Lonely, όμως, με το συνδυασμό καλοσύνης και ευήθειας που τον χαρακτήριζε, επεδείκνυε πάντα αφοσίωση. Δεν έφερνε εις πέρας με επιτυχία όλες τις αποστολές. Αντίθετα, έκανε και γκάφες. Με αποτέλεσμα να κάνει κάθε τόσο τον ζακετοφόρο Woodward (ως David) έξαλλο. Ο οποίος συχνά βιαιοπραγούσε κιόλας εναντίον του ταπεινού συνεργάτη του. Άσε που συνεχώς τον προσέβαλλε κατηγορώντας τον ότι μύριζε φρικτά το στόμα του!.. Κι απέφευγε να τον πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής. Για να μην τον πνίξει η αποφορά. Ο Lonely, όμως, μεγάλη καρδιά, δεν κρατούσε κακίες. Και ήξερε πάντα να συγχωρεί. 


Αν ζούσε σήμερα ο Lonely, ως Σκώτος βεριτάμπλ, αντίθετα από το αφεντικό του που μάλλον θα είχε ταχθεί με το Brexit, πιθανότατα θα είχε ψηφίσει Bremain  και με τα δυο του χέρια (τα ίδια αυτά χέρια που έπιαναν τόσο στιβαρά το τιμόνι του μαϊμουδέ black cab για χάρη των σκοπών της υπηρεσίας, στα μετέπειτα, έγχρωμα επεισόδια). Ίσως, ακόμη-ακόμη, και να μαχόταν τώρα για την ανατροπή του δημοψηφίσματος. Με τον ίδιο ζήλο, με την ίδια αυταπάρνηση, που έδινε, ως Lonely, τον αγώνα της επιβίωσης. Αλλά και πάλι κανείς δεν μπορεί με σιγουριά να ξέρει. Μόνο εκ των υστέρων υποθέσεις μπορεί να κάνει.